Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Δευτέρα 20 Αυγούστου 2012

Νεκροί Παλμοί (Dauðalogn - Sigur Ros)

Λέξεις που λησμονούνται και όνειρα που χάνονται.
Φίλοι ψεύτικοι και μια ζωή ένα αδιέξοδο.

Συνέχεια προσπαθώ, ποτέ δεν τα καταφέρνω.
Να λυτρωθώ από τους εφιάλτες μου.
Ένας λαβύρινθος χωρίς επιστροφή.

Και όσο ο χρόνος περνάει.
Αυτά τα μάτια δεν γερνάνε.
Ψυχή και σώμα ταξιδεύουν.

Μα στο τέλος δε θα μετανιώσω για τίποτα.
Παρά μόνο για την ζωή που δεν έζησα.
Για τα λάθη που δεν έκανα.
Και για τα όνειρα που δεν ακολούθησα.

Τι ήταν λοιπόν όλα αυτά τα χρόνια;
Και πόσο αξίζει στο τέλος να πληγωθείς;

Και αν μπορούσα το χρόνο να γυρίσω.
Θα ζούσα.
Με περισσότερη ένταση.
Με περισσότερο πάθος.
Με περισσότερη αγάπη.

Παρασκευή 3 Αυγούστου 2012

First day of writing.

Μόνη προσπαθούσα να βρώ έναν καταυλισμό. Δεν ήταν ψέμματα, το ήξερα πως υπήρχαν επιζώντες. Συχνά έβρισκα ίχνη κάποιων ανθρώπων. Λέξεις για βοήθεια σε πανό, τοίχους μα όπου και αν έψαχνα τίποτα. Άρχισα να τρελαίνομαι. Τρελές σκέψεις γυρόφερναν το νου μου. Η νύχτα ήταν κόλαση. Τότε κυκλοφορούσαν οι. Η μέρα ήταν σιωπηρή. Σαν να μην έγινε τίποτα. Μόνο που τα πάντα φαίνονταν στον ήλιο. Συντρίμμια και καταστροφές παντού. Μα πάνω από όλα ησυχία. Δεν άντεχα. Πάει πολύ καιρός από τότε που έχασα τους φίλους μου και έμεινα μόνη μου. Μα η μοναξιά σκοτώνει. Τώρα πια το ξέρω.
Εγώ και η τίγρης μου ταξιδεύαμε ωσπού έμεινα από καύσιμα.
-Τέλεια! Φώναζα. -Τέλεια! Η ζέστη έκαιγε το σώμα μου και άρχισα να περπατάω στη μέση του πουθενά. Ένα βενζινάδικο ξεπρόβαλλε μπροστά μου. Καθώς έφτασα είδα μια μεγάλη πινακίδα. <<Βοήθεια! Είμαστε πολλοί. Χρειαζόμαστε βοήθεια! Ο56Τ5Ε>> Τι στο καλό σημαίνει αυτό; Γαμώτο.
Έπρεπε να μπω μέσα στο βενζινάδικο. Να πάρω βενζίνη για τη μηχανή. Φαινόταν όμως σκοτεινα. Δεν είναι οτί φοβόμουν μα ήξερα πως στο σκοτάδι ζούν εκείνοι. Θα μπορούσα να περπατήσω. Μα τι λέω; Η πόλη είναι πολύ μακρυα από εδώ. Θα νυχτώσει μέχρι να πάω. Κοίταξα γύρω μου αν υπήρχαν αυτοκίνητα. Μα τίποτα. Πήρα μια μεγάλη ανάσα και μπήκα μέσα με το φακό. Η καρδιά μου παίζει να χτυπούσε τόσο δυνατά που την ένιωθα. Τα χέρια μου έτρεμαν. Παραπάτησα σε κάτι και ο φακός έπεσε.. Ένας δυνατός ήχος ακούστηκε. Άρχισα να ψάχνω τον φακό. Κάτι κινούνταν πίσω μου. Γρήγορα κατάλαβα πως ήταν εκείνοι. Με τράβηξε από τα πόδια. Πήρα τον φακό και το έριξα πάνω του. Ένας ήχος σαν σειρήνα ακούστηκε και η φιγούρα του στην όψη του φακού εξαφανίστηκε. Έμεινα ακίνητη για μερικά δεύτερα. Σηκώθηκα και άρχισα να ψάχνω για βενζίνη.
Ούρλιαξα. Ένα με δάγωσε στο χέρι και ο φακός έπεσε. Οι σκιές τους φαίνονταν καθάρα. Ήταν τουλάχιστον 4. Άρχισα να τρέχω. Με τράβηξε απο το χέρι. Έβγαλα το μαχαίρι και το έχωσα πάνω του. ΄Επεσα και ήρθε κοντά μου. Ήξερα πως είναι το τέλος μου. Ήταν η πρώτη φορά που ερχομουν σε επαφή τόσο κοντά με ένα. Ο εφιάλτης ο ίδιος. Ένα κενό και άψυχο σώμα που πεινούσε για ζωντανή σάρκα. Ήξερα πως σκότωναν. Είδα πως σκοτώναν. Όχι δεν σε έτρωγαν ζωντανό.Σε αρπάζουν από το λαιμό και σου παίρνουν τη ψυχή. Αυτό είναι που ζητούν. Και ουρλιάζεις μέχρι να σε αποτελειώσουν.
Με άρπαξε απο το λαιμό. Τα μάτια του ξαφνικά έγιναν πιο κόκκινα. Το χέρι μου ακουμπούσε το τοίχο. Ξαφνικά άγγιξα έναν διακόπτη. Τον πάτησα. Και..τίποτα.
Έχω δει να σου παίρνουν την ψυχή. Εχω ακούσει τον πόνο, τις κραυγές. Μα τώρα τον νιώθω. Δεν μπορούσα να αναπνεύσω. Ξαφνικά τα φώτα άναψαν και χάθηκαν. Λιποθύμισα για λίγο. Πήρα μια μεγάλη ανάσα και σηκώθηκα μετά από λίγο. Βρήκα τον φακό και βενζίνη. Βρήκα επίσης ένα χάρτη και φακό. Τα πήρα και πήγα πίσω στην τίγρη. Πόσο τυχερή ήμουν. Ήταν το μοναδικό πράγμα που σκεφτόμουν στην διαδρομή. Όταν έφτασα στη μηχανή η ώρα ήταν 12:00 και ο ήλιος έκαιγε κατακούτελα.  Είδα το δάγκωμα. Δεν ήταν μεγάλη πληγή. Το τύλίξα σε μια μπλόυζα μου και το έδεσα σφιχτά.
Όχι δεν πεθαίνεις από δάγκωμα.
Ξεκίνησα για την πιο κοντινη περιοχή. Μετά από λίγη ώρα έφτασα.
<<Θεσσαλονίκη>>Έγραφε μια πινακίδια.
Δεν άλλαξε, ψυθίρισα. Η αλήθεια είναι πως η Θεσσαλονίκη ήταν πάντα ένα χάος. Τώρα απλά με λιγότερα αυτοκίνητα, ανθρώπους-καθόλου και πλήρης ησυχία. Εντάξει και συντρίμμια. Έγινε επιτέλους μια ήρεμη πόλη. Μια πόλη γεμάτη φαντάσματα.